Μια κριτική προσέγγιση στο μυθιστόρημα «Το μαχαίρι της Μήδειας» του Νίκου Σαλτερή από την «Εμπειρία εκδοτική»
«Είχα δεχτεί να υποβιβαστώ σε έναν μέτριο ηθοποιό που άλλοι σκηνοθετούσαν τη ζωή του, πετώντας του τελευταία στιγμή στη μούρη σενάρια με πρόχειρους διαλόγους, που αυτός όφειλε να αποστηθίσει ασυζητητί. Δεν με λυπόμουν. Το επέτρεψα, άρα πάντα επιθυμούσα να συμβεί. Όπως λένε μερικοί, κάποια στιγμή αποκαλύπτεται σ’ όλα τα ανθρώπινα πλάσματα η καρδιά της ύπαρξής τους, το μότο του βίου τους, αλλά ελάχιστα απ’ αυτά έχουν την τύχη να το συνειδητοποιήσουν».
Η στιγμή της συνειδητοποίησης. Τότε που μοιάζει να αποσύρεται η κουρτίνα που έκρυβε τις αλήθειες, και βρίσκεσαι μόνος και απροστάτευτος μπροστά σε έναν κόσμο που σου αποκαλύπτεται καινούργιος. Και ας μην είναι. Εσύ θα πρέπει να συμφιλιωθείς με τη νέα πραγματικότητα. Ή αλλιώς να αποχωρήσεις. Αλλά ποιος έχει το απαιτούμενο θάρρος για τόσο θεαματικές κινήσεις; Αρχίζεις, έτσι, να ανιχνεύεις βήμα βήμα την πορεία σου, εκτιμώντας εκ νέου τα πράγματα, τις καταστάσεις, τα πρόσωπα. Κυρίως τα πρόσωπα!
Ο Αλέξανδρος, ο ήρωας της ιστορίας, στη διάρκεια μιας παράστασης της Μήδειας, θα δει τη ζωή του να ανατρέπεται, τα δεδομένα του να αμφισβητούνται, και από θεατής τραγωδίας στα άβολα καθίσματα του Ηρωδείου, θα βρεθεί εκεί στη μέση της θυμέλης να ενσαρκώνει τον κεντρικό αρσενικό ρόλο. Απέναντι σε μια θηλυκή παρουσία, τη δική του Μήδεια - Σοφία, να αποφασίζει τη θεαματική, απρόσμενη ρήξη της σχέσης. Και με έναν Αιγέα, απροσδιόριστο ως πραγματικό πρόσωπο ακόμη, να κρυφογελά από την άκρη της σκηνής, εκεί που τον εξόρισε σε δεύτερο ρόλο ο Ευριπίδης. Μάλλον η κατάσταση έχει ξεφύγει από τον έλεγχο του άμοιρου Ιάσονα της ιστορίας μας.
Μια πλοκή πολύ ενδιαφέρουσα ακολουθεί στο πολυσέλιδο μυθιστόρημα του Νίκου Σαλτερή. Με ανατροπές, εκπλήξεις και απρόσμενες διαφοροποιήσεις στα πρόσωπα και στις αντιδράσεις τους. Μια ιστορία που ξεκινά in medias res, στη μέση της υπόθεσης, και μας οδηγεί με προσεκτικά επιλεγμένα γεγονότα στο παρελθόν (κοντινό αλλά και πιο μακρινό) χωρίς να μας δίνει πολλές πληροφορίες μαζεμένες αλλά αφήνοντας τις αποκαλύψεις να έρθουν με τον χρόνο τους. Όταν πια όλα θα έχουν γίνει κατανοητά, τα γεγονότα θα έχουν εξελιχθεί και τα πρόσωπα θα έχουν φανερώσει την αλήθεια τους, την αντοχή τους και τα όριά τους, θα μας κατευθύνει προς το τέλος.
Ο συγγραφέας θα χρησιμοποιήσει την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, δοκιμασμένη τεχνική που επιτρέπει στον αναγνώστη να διεισδύσει αποτελεσματικά στην ψυχολογία του ήρωα, αφού έτσι ξεδιπλώνεται όλη η σκέψη του, αλλά προσφέρει και μια εικόνα των υπολοίπων προσώπων μέσα από το φίλτρο το δικό του. Αν ο περίγυρος διαμορφώνει με τις παρεμβάσεις του τον μικρόκοσμο του βασικού ήρωα, είναι εύστοχη επιλογή να βλέπουμε τη συνολική εικόνα μέσα από τα μάτια του πάσχοντος υποκειμένου, και όχι με την οπτική του παντογνώστη αφηγητή. Παράλληλα θα αφήσει τον ήρωα – αφηγητή να αναλωθεί στην παράθεση πολλών λεπτομερειών, που ίσως σε άλλα βιβλία μπορεί να κουράζουν, εδώ όμως κρίνονται απαραίτητες, καθώς επιτρέπουν στον αναγνώστη τη συγκρότηση της συνολικής εικόνας. Η επιμονή σ’ αυτή τη λεπτομερή παρατήρηση χώρων, αντικειμένων και συμπεριφορών δίνει την αίσθηση ότι τα γεγονότα διαδραματίζονται σε πραγματικό χρόνο, σαν να παρακολουθούμε μια ταινία, στην οποία πλάνο το πλάνο η πλοκή λαμβάνει χώρα.
«Φθάσαμε εγκαίρως και ένας συμπαθητικός κύριος μας οδήγησε στο τραπέζι μας. Περνώντας δίπλα του ένα αίσθημα αλληλεγγύης με κατέκλυσε. Ο τρόπος που κινούνταν στον χώρο και κοιτούσε γύρω του, μου έδωσε την πεποίθηση ότι είμαστε ομοιοπαθείς. Ναι, ήμουν σίγουρος! Κάποια στιγμή πριν καιρό τον είχαν εγκαταλείψει απροειδοποίητα χωρίς να προηγηθεί το παραμικρό, το ελάχιστο σημάδι. Επρόκειτο για μια φιγούρα ψηλόλιγνη, με μακριά λεπτά άκρα και περιποιημένα χέρια, ατό που λένε χέρια πιανίστα. Ένας Δον Κιχότης με ζωηρά και έντονα γαλάζια μάτια, που, παρά την προχωρημένη ηλικία του, απέπνεαν εσωτερική ζωντάνια και ευγένεια, ιδιότητες σπάνια διατηρούμενες μετά τα πενήντα. Στάθηκε δίπλα μας και περίμενε υπομονετικά να διαλέξουμε θέσεις. Μόλις τακτοποιηθήκαμε μας χαμογέλασε, κλίνοντας αμυδρά το κεφάλι, ευχήθηκε καλή διασκέδαση και απομακρύνθηκε χωρίς να γυρίσει αμέσως την πλάτη. Το βάδισμά του, αν και έδειχνε άνθρωπο γυμνασμένο και υπερήφανο, εξέπεμπε ταυτόχρονα μια ήπια μελαγχολία, που μόνο η συνείδηση και αποδοχή της αναπόφευκτης ήττας – που μας περιμένει έτσι και αλλιώς στο τέλος του δρόμου – χαρίζει στους ανθρώπους. Της ήττας που αισθάνεται όποιος μένει πίσω, αυτής που γιγαντωνόταν χρόνια μέσα μου και, όπως αποδείχθηκε, θα με κατέκλυζε τις επόμενες μέρες».
Αντιγράφω από το οπισθόφυλλο τις βασικές πληροφορίες που παραθέτει ο συγγραφέας, αφού προφανώς δεν επιθυμεί να αφήσει τουλάχιστον αυτές τις πλευρές της πλοκής κρυμμένες για τον υποψήφιο αναγνώστη:
Η ανεξιχνίαστη δολοφονία του πετυχημένου, δίδυμου αδελφού του Άλκη, η αποκάλυψη ότι δεν είναι ο βιολογικός πατέρας του γιου του, η αισχρή προδοσία του Νικηφόρου, παλιού “συντρόφου” του, η σεξουαλική σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα σ’ αυτόν και τη Μελίνα, την επιστήθια φίλη της γυναίκας του, η ανακάλυψη ενός πακέτου φωτογραφιών, ξεχασμένων από τις αρχές του περασμένου αιώνα είναι μερικά από τα γεγονότα που διαδέχονται τη φυγή της Σοφίας και τον ωθούν να ξεκινήσει – έστω κι αργά − το ταξίδι της ζωής του. Το ταξίδι που ανέβαλε χρόνια, προσκολλημένος στην προκυμαία, φορτώνοντας το πλοίο του άχρηστες πραμάτειες, καθιστώντας το αδύνατο να αποπλεύσει.
Ο ήρωας μέσα σ’ αυτόν τον καταιγισμό γεγονότων και αποκαλύψεων θα πρέπει να σταθεί όρθιος, αναθεωρώντας όσα ως τότε δεχόταν για αδιάσειστες αλήθειες. Εύκολο; Οπωσδήποτε όχι. Οι αμφιταλαντεύσεις του και οι προσωπικές του ήττες αλλά και οι ελάχιστες νίκες που θα κερδίσει σ’ αυτή την πορεία, θα ήταν ίσως αρκετό υλικό για να στηθεί αυτό το εκτενές αφήγημα. Έτσι, όμως, θα ακολουθούσε την πεπατημένη οδό πολλών άλλων που πραγματεύονται ανάλογα θέματα. Ευφυώς ο Νίκος Σαλτερής δεν το άφησε να εκτονωθεί σαν μια ακόμη καταγραφή προσωπικής πορείας προς την αυτοσυνειδησία. Με εύρημα κάποιες παλιές φωτογραφίες που φθάνουν απροσδόκητα στα χέρια του ήρωα, και ταυτόχρονα με την επιθυμία του να εκδικηθεί μια προδοσία από παλιό σύντροφο, θα μας παραθέσει – ακολουθώντας την άλλη τεχνική της εγκιβωτισμένης αφήγησης – το περιεχόμενο ενός ημερολογίου που χρονολογείται από τα χρόνια του Α΄ παγκοσμίου πολέμου. Εκτενές το παράθεμα αλλά πολύ ενδιαφέρον, θα οδηγήσει την ιστορία σε νέες εξελίξεις και τον ήρωα στη συνειδητοποίηση της επίδρασης που ασκεί το παρελθόν στη ζωή μας. Αποκομμένος από τον χώρο γύρω του αλλά και από τις πίσω σελίδες της οικογενειακής του ιστορίας ζούσε σε μια προφυλαγμένη ζωή που αποδείχθηκε ανεπαρκής να του παράσχει υποστήριξη μπροστά στην πρώτη ανατροπή. Τώρα θα αναθεωρήσει τα πάντα, τη συνολική εικόνα, εξωτερική αλλά και εσωτερική. Και όπου τον βγάλει.
«Από τις επτά σύνθετες αισθήσεις, τη σκέψη, την παρατήρηση, τη συναίσθηση, τη θέληση, τη δράση, τον έρωτα και το πάθος, κατόρθωσα να αναδειχθώ πρωταθλητής αναπηρίας σε παραπάνω από τις μισές, σβήνοντας μέσα μου από πολύ νωρίς, πιθανώς λόγω υπερτροφίας του αισθήματος αηδίας για όσα συνέβαιναν γύρω μου, το πάθος. Στη συνέχεια, έσβησε από μόνη της η επιθυμία για δράση, ύστερα ο έρωτας και τέλος, πιθανώς ως αποτέλεσμα των προηγούμενων, χάθηκε η θέληση να κάνω ουσιαστικά οτιδήποτε. Κι έτσι, έγινα “κάτι” που δεν εκφραζόταν και μετατράπηκα σε αντικείμενο του εαυτού μου».
Η συνειδητοποίηση της αληθινής διάστασης των πραγμάτων αποτελεί φυσικά το πρώτο και σπουδαιότερο στάδιο για την αλλαγή μιας κατάστασης, όσο παγιωμένη κι αν είναι αυτή. Θα οδηγήσει και τον Αλέξανδρο στη λύση; Και ποια άραγε θα ήταν εδώ η ενδεδειγμένη λύση;
Το μυθιστόρημα του Νίκου Σαλτερή καταφέρνει να διατηρεί το ενδιαφέρον αμείωτο και δικαιώνει την επιλογή του να επιχειρήσει τη μεγάλη αφήγηση ως είδος γραφής. Προσωπικά βρήκα ευφυή και την επιλογή του, ενώ αναφέρεται στη σύγχρονη εποχή (τουλάχιστον ως προς τον βασικό κορμό της ιστορίας του), να μην αφεθεί στην ευκολία της υπερθεμάτισης στο θέμα της κρίσης, η οποία είχε ήδη αφήσει τα πρώτα δείγματά της από την εποχή στην οποία αναφέρεται. Ακόμη περισσότερο ενδιαφέρουσα αποδεικνύεται η εμπλοκή της Μήδειας του Ευριπίδη στην ιστορία, γιατί η παράσταση της τραγωδίας δεν αποτελεί μόνο το έξυπνο σκηνικό για το επεισόδιο της εγκατάλειψής του από τη Σοφία, τη γυναίκα του, αλλά χρησιμοποιείται σε όλο το μυθιστόρημα ως δομικό στοιχείο της πλοκής. Κάτι τέτοιο απαιτεί ιδιαίτερη συγγραφική τέχνη, την οποία ο συγγραφέας δείχνει να κατέχει. Με αλλεπάλληλους συνειρμούς δημιουργεί μια βεντάλια που ανοίγει και απλώνει μέσα στις σελίδες του την ιστορία του. Μια ιστορία που θα μπορούσε να είναι καθημερινή αλλά αναδεικνύεται σε ξεχωριστά ενδιαφέρουσα.
Για το BOOK TOUR, Διώνη Δημητριάδου.
Μ' ένα βλέμμα κι ένα φιλί!
Βραχεία λίστα
Κρατικών Βραβείων Κύπρου
Κατηγορία: Λογοτεχνία για μεγάλα παιδιά και εφήβους
ΜΕ ΤΡΟΧΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΗΛΙΟ
Δυο χέρια πλέκουν την αγάπη