Μια κριτική προσέγγιση στο αφήγημα "Η ΑΝΑΛΦΑΒΗΤΗ" - AGOTA KRISTOF, εκδόσεις Άγρα, από τη Λύχνου Πέπη
Η ΑΝΑΛΦΑΒΗΤΗ, AGOTA KRISTOF
Αυτοβιογραφικό αφήγημα
Μετάφραση Αργυρώς Μακάρωφ
Εκδόσεις Άγρα, 2008
Η AGOTAKRISTOF καταγόταν από την Ουγγαρία, όπου γεννήθηκε το 1935. Μετανάστευσε στην Ελβετία το 1956, μετά την καταστολή της ουγγρικής επανάστασης από τους Σοβιετικούς. Ξεκίνησε τη συγγραφή με κάποια ποιήματα και μερικά θεατρικά στα γαλλικά, αλλά έγινε γνωστή με το μυθιστόρημα «Το μεγάλο τετράδιο»(1986) που απέσπασε το βραβείο του ευρωπαϊκού βιβλίου και μεταφράστηκε σε τριάντα γλώσσες. Πρόκειται για την ιστορία των δίδυμων αδελφών Κλάους και Λούκας, που έρχονται με βάναυσο τρόπο αντιμέτωποι με τον πόλεμο. Ακολούθησαν τα μυθιστορήματα «Η απόδειξη»(1988) και «Το τρίτο ψέμα»(1991), συμπληρώνοντας μια μοναδική τριλογία. Το 1995 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα "Χθες".
Ακολουθούν τα εξής βιβλία: L'Heure grise, et autres pièces (1998), C'estégal (2005), Où es-tu Mathias ? (2005), Le Monstre et autres pièces (2007).
Στα ελληνικά τα βιβλία της κυκλοφορούν από τις εκδόσεις «Εξάντας» και «Άγρα».
Η διεθνής αναγνώριση ήρθε με το βραβείο Αλμπέρτο Μοράβια (Ιταλία) το 1988, το βραβείο Γκόντφριντ Μπεν (Ελβετία) το 2001 και το βραβείο Σίλερ (Ελβετία) το 2005, το αυστριακό βραβείο ευρωπαϊκής λογοτεχνίας το 2008 και τη μεγαλύτερη λογοτεχνική διάκριση της Ουγγαρίας, το βραβείο Kossuth. Σταμάτησε να γράφει το 2005 μετά την κυκλοφορία της αυτοβιογραφίας της. Συγκαταλέγεται στους σπουδαιότερους γαλλόφωνους πεζογράφους του 20ού αιώνα και από πολλούς κατατάσσεται στη χορεία των σπουδαίων πεζογράφων, όπως ο Τζόζεφ Κόνραντ, ο Ευγένιος Ιονέσκο, ο Σάμιουελ Μπέκετ και πιο πρόσφατα ο Μίλαν Κούντερα που έγραψαν σημαντικά έργα σε ξένη γλώσσα.
Πέθανε τον Ιούλιο του 2011 στην Ελβετία.
Η Αναλφάβητη, αποτελεί το πρώτο αυτοβιογραφικό της αφήγημα. Μέσα από έντεκα κεφάλαια παρουσιάζει έντεκα σημαντικές στιγμές της περιπετειώδους ζωής της που μας δίνουν με ευσύνοπτο αλλά και γλαφυρό τρόπο τα γεγονότα, τις σκέψεις και τους προβληματισμούς που σκιαγραφούν την παρουσία της.
Ζει μια φυσιολογική ζωή με την οικογένειά της σε ένα μικρό χωριό της Ουγγαρίας, στο οποίο ο πατέρας της εργάζεται ως δάσκαλος. Περνά πολλές ώρες μαζί του στην τάξη ως «τιμωρία» για τις αταξίες της. «Έτσι έγινε λοιπόν, και πολύ μικρή, χωρίς να το αντιληφθώ και εντελώς τυχαία, άρπαξα την αθεράπευτη αρρώστια του διαβάσματος», εξομολογείται και ταυτόχρονα εξηγεί αυτό που θα καθορίσει σημαντικές επιλογές της ζωής της: τη μεγάλη της αγάπη για το διάβασμα. Παράλληλα, πλάθει ιστορίες και μας εκμυστηρεύεται το μεγάλο μυστικό του συγγραφέα: «Αρχίζω με μια οποιαδήποτε πρόταση, και η συνέχεια έρχεται μόνη της». Συμβουλεύει τους επίδοξους συγγραφείς λέγοντας, «Καταρχάς, φυσικά, πρέπει να γράφεις. Στη συνέχεια πρέπει να συνεχίσεις να γράφεις. Έστω κι αν αυτό που γράφεις δεν ενδιαφέρει κανέναν.», «…γίνεσαι συγγραφέας γράφοντας με υπομονή κι επιμονή, χωρίς ποτέ να σταματάς να πιστεύεις σ’ αυτό που γράφεις». Δεν έχει «παρά μόνο μια λύση» τη συγγραφή, όταν χωρίζει από την οικογένειά της και μπαίνει σε οικοτροφείο στις ατέλειωτες «ώρες της αναγκαστικής σιωπής». «Θα έγραφα οπουδήποτε βρισκόμουν, σε οποιαδήποτε γλώσσα», γράφει εκ των υστέρων. Γιατί τότε παραδέχεται «Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι είναι δυνατόν να υπάρχει άλλη γλώσσα» πέραν της μητρικής. Οι συνθήκες πολύ γρήγορα θα την εκπλήξουν, όταν την φέρνουν σε επαφή με τη γερμανική που τη θεωρεί γλώσσα εχθρική και αργότερα με τη ρωσική που την ταυτίζει με την κατοχή και τη στέρηση της ελευθερίας τη δική της και του λαού της.
Ο πόλεμος, οι συνθήκες εξαθλίωσης και η φτώχεια που ακολούθησε την Ουγγρική Επανάσταση του 1956, την διώχνουν και βρίσκει καταφύγιο με την οικογένειά της στην Ελβετία, όπου αναγκάζεται να μάθει μια γλώσσα ακόμα, τα γαλλικά. Όμως αυτή τη γλώσσα τη νιώθει ξένη. Πολύ σκληρά δηλώνει ότι «αυτή η γλώσσα σκοτώνει τη γλώσσα μου τη μητρική». Παρότι είναι η γλώσσα που θα γράψει τα βιβλία που την έκαναν γνωστή σε όλο τον κόσμο η ίδια εκμυστηρεύεται ότι «Αυτή τη γλώσσα δεν την επέλεξα. Μου την επέβαλλαν η τύχη, η μοίρα, οι συγκυρίες».
Μέσα από μικρές προτάσεις, σαφείς και σταράτες κουβέντες, ειλικρινείς με χιούμορ περνά σαν σε ημερολόγιο η φτώχεια, η παιδική ηλικία και η εφηβεία. Βέβαια δεν περιορίζεται σε βιογραφικές πληροφορίες αλλά μέσα από την κοφτή αφήγησή της παρουσιάζονται πολιτικά μηνύματα, απόψεις για τη λογοτεχνία και τα συναισθήματα που αφήνει η προσφυγιά, η οποία την πλήγωσε, όπως φαίνεται, όταν ευθέως παραδέχεται ότι «εκείνη την ημέρα, στα τέλη Νοεμβρίου 1956, έπαψα πια οριστικά να ανήκω σε έναν λαό». «Πώς θα ήταν η ζωή μου αν δεν είχα εγκαταλείψει τη χώρα μου;» αναρωτιέται. Επιλογές δεν της έχουν μείνει, καθώς η εγκατάστασή της στην Ελβετία μοιάζει σαν μια «έρημος κοινωνική, έρημος πολιτισμική», «μια έρημος που πρέπει να τη διασχίσουμε για να φτάσουμε σε αυτό που λέγεται “ένταξη”, “αφομοίωση”». Και όλα αυτά τυλιγμένα από το πέπλο της μεγάλης της αγάπης για τη συγγραφή, την ανάγνωση, τα βιβλία, μια αγάπη που θα την κάνει να βάλει με τη ζωή το μεγάλο στοίχημα να πολεμήσει τις γλώσσες που εκτόπισαν τη μητρική της. Και τελικά να τις νικήσει.
Για το BOOK TOUR, Λύχνου Πέπη.
H Λύχνου Πέπη είναι φιλόλογος με μεταπτυχιακές σπουδές στη Σχολική Ψυχολογία, τις Μαθησιακές Δυσκολίες και τη Δημιουργική Γραφή.
Πηγές άρθρου:
Μ' ένα βλέμμα κι ένα φιλί!
Βραχεία λίστα
Κρατικών Βραβείων Κύπρου
Κατηγορία: Λογοτεχνία για μεγάλα παιδιά και εφήβους
ΜΕ ΤΡΟΧΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΗΛΙΟ
Δυο χέρια πλέκουν την αγάπη