Κέρκυρα, σμίλη της ψυχής, φως στη βροχή
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
Βροχή, στο φανοστάτη της παλιάς πόλης, εκείνης που άνοιγε την αγκαλιά της να με υποδεχτεί, τότε δεκαετία του ογδόντα. Και να που ένας μύθος, γιατί η βροχή έγινε ο μύθος μου, έρχεται τελικά κάθε φορά με συνέπεια, να σημαδέψει το πέρασμα της ζωής, προσδίδοντας την έννοια του ιδεατού, του επίγειου παράδεισου σε έναν τόπο, που θέλει να ταξιδεύει και να ρεμβάζει στον χρόνο, ακτινοβολώντας με ιδιαίτερα πολιτισμικά και πολιτιστικά στοιχεία, από την εποχή της κλασσικής αρχαιότητας και τις εμφανείς επιδράσεις μεταγενέστερα της Αναγέννησης, μέχρι τον σύγχρονο κόσμο στις μέρες μας.
Βροχή, η θηλυκή αρχή της δημιουργίας.
Η βροχή σε οδηγεί, όχι εκεί που θα συναντήσεις ανθρώπους δύναμης, αλλά αντίθετα εκεί που σκοντάφτεις πάνω στην απλότητα και τη σοφία, στα στενά καντούνια. Το θρόισμα της ψυχής φτάνει μυστηριωδώς πρώτο, πριν απ’ τα βήματα.
Τις περισσότερες φορές, ένα αεράκι που τρύπωσε ανάμεσα στις φυλλωσιές και τις ασημένιες πρωινές ανταύγειες καταφέρνει να μας αλλάζει τη διάθεση ακόμη κι αν είναι με μια μόνο καλημέρα. Σε τούτες τις γειτονιές, ζουν οι παλιές ψυχές. Είναι αυτές που σπέρνουν λόγια και θαύματα στο καλντερίμι. Σηκώνεις τα μάτια ψηλά σ’ ένα παράθυρο ή σ’ ένα φεγγίτη κάποιας σοφίτας. Θα νιώσεις πως, οι σπίθες στα βλέμματα των κυράδων είναι αιώνιες σε τούτη την πόλη, πως δεν παλιώνουν ποτέ.
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
Στάλες, λάμψεις καθαρές, προβολές αρχέτυπων ψυχών στα μάρμαρα, στα ακροκέραμα, στα ψηλά σπίτια, στα φύλλα, δεν μπόρεσε να αντισταθεί η δική μου παλιά ψυχή, κύλησε, πρώτα στο δάκρυ, μετά στα καντούνια, στους έρημους δρόμους και στη μεγάλη πλατεία, κύλησε, κυλάει, στα υπόγεια της αναζήτησης, στα κλειστά θυρόφυλλα με τα περίτεχνα ρόπτρα, κύλησε στο Φρούριο λατρεύοντας τη μνήμη στο παμπάλαιο νερό, στην Παλιοκαστρίτσα εξαγνίζοντας την ψίχα της σκέψης στη θάλασσα, πλησιάζοντας τη γνώση του πρωτόγνωρου με την αξία του παλιού.
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
Βροχή, μούσα και ιέρεια ταυτόχρονα, η ευρηματικότερη αίσθηση της φύσης του Ιονίου μέσα από τη βιβλιοθήκη του φωτός, εκεί που αρχίζει και τελειώνει η επιθυμία, εκεί που επιτρέπεται να κρατήσεις το μυστικό σου για πάντα κι ας ξέρεις πως είναι σημαδάκι ουτοπίας, εκεί που αφήνεσαι να ταξιδέψεις στη μαγεία και στη μυθιστορία των αιώνων, που ευτυχώς δεν ξεχάστηκε, εκεί που ένα χαμόγελο και μια καλημέρα σου προτείνουν τον γύρο του κόσμου, εκεί που η απήδαλος ναυς, γνωρίζει τον θαλάσσιο δρόμο και τον ουράνιο προορισμό σου.
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
Έργα ανθρώπων, ποιητών, ζωγράφων, μουσικών, λογοτεχνών, ανθρώπων επιφανών του πνεύματος, αυτά που σημάδεψαν το νησί, για να συνηγορήσουν στο μύθο με άλλη έμφαση δύναμης και φαντασίας, για να καταξιώσουν μέσα από τις τέχνες τον Έρωτα, αναδεικνύοντας την Κέρκυρα τόπο ποθητό της καρδιάς. Η συνάντηση με τις φιλαρμονικές καταγράφεται με τρόπο μοναδικό. Από την πρώτη στιγμή, ο ήχος θα σε γοητεύσει, θα σε κερδίσει και σίγουρα θα αποτελέσει όχημα σκέψης και ερέθισμα, για ένα άλλο ταξίδι. Ανάμεσα στις καθημερινές ώρες και την αιωνιότητα κάποιοι γητεύουν το χρόνο με τρομπέτες και φλάουτα, και σαξόφωνα και κλαρινέτα και κόρνα.
Αυτό συμβαίνει και αλλού, αλλά με τόσο πάθος, μόνο στην Κέρκυρα. Θαρρείς σε τούτη την πόλη η τέχνη είναι ολοζώντανο κοινωνικό φαινόμενο. Εδώ, κάθε τι μπορεί να γίνει όχημα και να σε ταξιδέψει, σε άλλες εποχές, σε άλλες ιστορίες,
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
Ο Δίας, ο θεός που γεννήθηκε στον δικό μου τόπο ερωτεύτηκε τη νύμφη Κόρκυρα και την έφερε στο νησί, λένε… Αρχικά πίστεψα πως τα ίχνη εκείνου του έρωτα αποτέλεσαν το κάλεσμα της οικειότητας και ένιωσα ευγνωμοσύνη για τη συγγένεια με τον αρχαίο θεό. Μου έδειχναν τον δρόμο, περπατούσα -χωρίς να ξέρω πως- σε γειτονιές που έμοιαζαν γνώριμες, εξ άλλου οι παλιές ψυχές θυμούνται με εικόνες, ελπίζοντας πως τα σημάδια κρατούν πάντα τις λύσεις και τις απαντήσεις στους γρίφους της ζωής, φτάνει να σταθείς και να αφουγκραστείς τον άνεμο που έρχεται απ’ το Ποντικονήσι, το Βίδο, το Λαζαρέτο και τρυπώνει στις γρίλιες, στα καμπαναριά, ελεύθερος, ανερμήνευτος, αστάθμητος, άνεμος αγαπησιάρης που θέλει να ξέρεις, να αφεθείς, να γοητευτείς, να ζήσεις το όνειρο σαν παραμύθι.
Έρωτας, ψιθυρίζουν στο Καμπιέλο κι όλες τούτες οι παλιές ξεφτισμένες εικόνες του χτες ξαναζωντανεύουν και υπόσχονται, Αύριο. Κι εκεί που δεν το περιμένεις, ξαναγεμίζουν οι σιωπές σου μουσική και τις άδειες στιγμές, τις καταπίνει ο χρόνος μόλις βγεις στην πάνω πλατεία, αυτή που σε θέλει να ονειρεύεσαι, ένα χάδι χωρίς ψεγάδι. Σηκώνεις τα μάτια. Είναι εκεί, σ’ ένα ψηλό παράθυρο στο Λιστόν, σε κοιτάζει, φορά ένα χαμόγελο και το λευκό του πουκάμισο. Το νιώθεις, σε καλεί με το βλέμμα. Ξέρεις πως δεν μπορεί να συμβαίνουν όλα μονομιάς, όμως φαντάζεσαι τις παλάμες του απλωμένες γεμάτες κογχύλια, λάφυρα μιας νύχτας. Προχωράς, βήματα αργά, χαράζεις καινούρια πορεία, έχεις αποφασίσει ν’ ανακαλύψεις την ανεπιτήδευτη ομορφιά της ζωής. Είσαι στο σωστό μέρος. Αφήνεσαι σε αυτά που η ψυχή σου ποθεί.
«Ψυχή μου…», έτσι σε φώναξε, «ψυχή μου…», δεύτερη φορά κι η ψυχή σου, γέμισε άσπρα δαντελένια φιογκάκια.
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
Κι ύστερα να αισθάνεσαι πως σε φυγαδεύει η θαλασσινή αύρα κι αυτή το ίδιο γνώριμη, σε φέρνει να σταθείς στην κόψη του γκρεμού στο Αγγελόκαστρο, προφανώς για να μετρηθείς και να τακτοποιήσεις τις εκκρεμότητες σου με τον φόβο. Αυτή την αέναη μάχη ανάμεσα στην καρδιά και το νου, θα την δώσεις εδώ. Ανάσα βαθιά. Δεν είναι μόνο το χάος και η ασυμμετρία των συναισθημάτων που μεγεθύνουν την πρόκληση. Είναι που εμπιστεύτηκες ξαφνικά ένα ένστικτο της στιγμής, είναι που βρίσκεις το θάρρος να τραβήξεις μια γραμμή και να λογαριάσεις τα πάντα από την αρχή.
Μια πεταλούδα καταδέχτηκε το χέρι σου μ’ εμπιστοσύνη. Η ευκαιρία σου ν’ ανακαλύψεις τα δικά σου φτερά είναι εδώ.
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
Και η εμπειρία δεν τελειώνει στη σκουριά και στις άγριες πτυχές του απότομου βράχου, όχι, η θέα του ανοιχτού ορίζοντα αποτελεί καινούργια πρόκληση για να ανηφορίσεις στο Όρος. Στο βάθος τα Διαπόντια νησιά, ντυμένα στα χρώματα του δειλινού διεγείρουν άλλο μονοπάτι εσωτερικής ώθησης. Έχεις ανοιχτή την επιταγή της καρδιάς, για να τα πλησιάσεις, έστω από την ώχρα και τους ψαμμόλιθους στο Σιδάρι, να κολυμπήσεις στο κανάλι, να το διασχίσεις, να μπεις στο πέρασμα, να μυηθείς εκ νέου στο αιώνιο παρόν του Έρωτα κι ύστερα, να δεις πώς χαρίζει ο ήλιος μενεξέδες στο ακρωτήρι του Δράστη, πώς παίρνει η νύχτα τις μωβ δαντέλες και ντύνεται ακριβή αρχόντισσα κι αρχαία ερωμένη, θέτοντας καινούργια ερωτήματα για την αγάπη και τον πόνο, καλώντας σε να συνεχίσεις ξεχνώντας τα παλιά τραύματα.
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
Εκείνο το άστρο της αυγής ρίχνει το φως πάνω στο οικόσημο της αναπόλησής σου και στο γιασεμί που μαζί ξενυχτήσατε και υπόσχεται πως δεν θα ξαναζήσεις την εξορία της καρδιάς, πως η Αγάπη θα μείνει λυχναράκι αναμμένο να σου φέγγει, όταν θα σκοντάφτεις αλλού και στην άβυσσο, μα όχι εδώ, εδώ δεν θα σε αφήσουν οι Ανεράιδες των Νυμφών να σκοντάψεις, θα μιλούν για σένα υφαίνοντας ασημένιες κλωστές και μεταξωτές σιωπές στους καταρράκτες. Αν κλείσεις τα μάτια, θα δεις εκείνους τους παλιούς νερόμυλους με τα ξωτικά και τις Νύμφες ντυμένες στα λευκά να χορεύουν και να χάνονται στο νερό. Ξαφνικά, ανοίγεις λαίμαργα τα ρουθούνια, μυρίζεις φρέσκο λεμονανθό κι ας μην έχει λεμονιές εδώ. Είναι, λένε, το άρωμα της ψυχής, εκείνης της αδικοχαμένης νέας, που την σκότωσαν τ’ αδέρφια της, γιατί ερωτεύτηκε. Τα δάκρυα της, στοίχειωσαν στους καταρράχτες και το παράπονό της στα χαλάσματα. Χελιδρονιά έγινε κι αγκαλιάζει παθιάρικα τα ψηλά κυπαρίσσια κι όλο ψηλώνει και ζυγώνει τις κορφές κι από εκεί πάνω, φωνάζει ακόμη, κάθε αυγή τον αγαπημένο της.
Όμορφο που είναι το νερό στο φεγγαρόφωτο!
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
Αυτό είναι, πιστεύεις στη μαγεία, έχεις κερδίσει το στοίχημα του σωστού προσανατολισμού. Βρίσκεσαι εδώ, συνειδητά, ακούς τη λαϊκή σοφία εκφρασμένη με λόγια απλά, στο παλιό καφενείο στον Πέλεκα, χωρίς να ξέρεις πώς βρέθηκες εκεί, δε σε νοιάζει, στην Κέρκυρα δεν θα πάψεις ποτέ να είσαι στο καραβάνι των ταξιδευτών που τους αρέσει το ξάφνιασμα και η σύμπτωση, γιατί αφήνονται στην περιπέτεια του τυχαίου με τη συνηγορία του σύμπαντος, γιατί δεν χρειάζεσαι προγραμματισμό, στην Κέρκυρα σε ταξιδεύουν οι αισθήσεις, ένα κάλεσμα πρωτόγνωρο να ανασάνεις βαθιά, να γευτείς τη χαρά, να γελάσεις, να μεταλάβεις φως.
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
- Θα ήθελες να υπάρχει κάτι που να μη φεύγει, να μη χάνεται ποτέ;
Ποιος σου απευθύνει την ερώτηση, από πού έρχεται η φωνή; Ούτε κι αυτό έχει σημασία, ξέρεις πως ό,τι ζεις, ό,τι αγγίζεις, ό,τι αισθάνεσαι κάτω από το Ιόνιο Φως είναι ευλογία, γιατί σε τούτη την καταπράσινη φλούδα της γης αναγνωρίζεις ότι : «Η ψυχή που μπορεί να μιλήσει με τα μάτια, μπορεί και να φιλήσει με το βλέμμα». Γίνεσαι, όχημα για το αιώνια ζητούμενο, με την ενθύμηση της αξίας της πρώτης συνάντησης με τη βροχή και τις μπάντες, θυμάσαι, τώρα που σε ξάφνιασε σαν καλοκαιρινή καταιγίδα, συμβαίνει και αυτό, βέβαια θυμάσαι, εκείνη την πρώτη καταγραφή… Η βροχή και η μουσική στην Κέρκυρα πέφτει και σε αγγίζει με απόλυτη ευγένεια, με την ειλικρίνεια του ουρανού και τη μελωδία του νερού, για να σου δείξει η καθεμιά ξεχωριστά το δρόμο της λύτρωσης.
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
Σίγουρα δεν διακινδυνεύεις ούτε την υπόληψη σου, αλλά ούτε και την πνευματικότητα σου διαβάζοντας κιτρινισμένα γράμματα στο κεδρόδασος του Νότου. Καταργημένη η αντικειμενικότητα του ρεαλισμού, σε ένα τοπίο που θυμίζει Ανατολή, για να βιώσεις κόντρα σε κάθε εύκολη πρόκληση, την πραγματικότητα του ρομαντισμού που ξεδιπλώνεται αντίκρυ στη λιμνοθάλασσα, έχοντας νέο εφαλτήριο την υποβλητικότητα μιας ασυνήθιστης γεωγραφίας που εκτυλίσσεται και εξελίσσεται κάτω από φτερουγίσματα και τρυφερούς κελαηδισμούς. Κι αν θελήσεις να κάνεις μια ευχή σ’ ένα κεδρόμηλο, σκύψε και ψιθύρισέ την, να την πάρουν οι πεταλούδες και οι μέλισσες, να αγγίξει σύννεφο και ήλιο το καταμεσήμερο, ώρα που οι άλλοι, αυτοί που δεν θέλεις να ξέρουν, κοιμούνται. Εδώ, ερήμην του νεοπλουτισμού και της πολιτικής παρακμής, χωρίς μάσκα και μικροαστικές συμπεριφορές, δίνεις από την αρχή χειραψία με την ουσιαστική, την αληθινή φύση των πραγμάτων.
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
Ήρθε η ώρα να ψηλαφίσεις την αρχαιότερη γεύση της ζωής, το αλάτι στην άλλη πλευρά, στις παλιές Αλυκές, να συμφιλιωθείς με ό,τι σε χωρίζει, ό,τι σε πονάει, να λησμονήσεις «πικρά λόγια, νερό κι αλάτι» συνηθίζεις να λες και κλαίς... Βλέπεις οι μικρές και μεγάλες στιγμές, οι ιστορίες, το αχ, τα παράπονα, τα αδικαίωτα, ζουν μέσα σου, στην ίδια πληγή. Είσαι εδώ για να μυηθείς, να μάθεις, στην αρχαία Ελλάδα το αλάτι, ήταν το σύμβολο της φιλίας, της αλληλεγγύης, της αθανασίας, μην ξεχάσεις τη σειρά των λέξεων, μην ξεχάσεις πως στης γης το αλάτι γράφεις μια και μόνη φορά στο πέρασμα σου, «σ’ αγαπώ», και γι’ αυτό ίσως πονέσεις…
Έτσι ξαφνικά, με την άμμο στα χέρια, τα φύκια στα μαλλιά, μυρίζει το μέλλον πεύκο και φθινόπωρο. Μα δεν ήρθε ακόμη, αύριο, νυχτώνει φθινόπωρο. Η περιήγηση δεν τελειώνει εδώ. Το αλάτι ήταν ένας σταθμός. Τώρα ξέρεις.
Απλώνεις τα χέρια. Ξέρεις πως τα χέρια είναι για να δείχνουν και για να αγγίζονται τρυφερά, με εμπιστοσύνη, να χαιρετούν με ενθουσιασμό, να παίζουν με τις πνοές του ανέμου και το γέλιο του ήλιου. Κρατούν τη μυρωδιά μιας θαλάσσιας αύρας, και το νιώθεις, είναι έτοιμα ν’ αγγίξουν κοράλλια και βυθό στο Ορθολίθι.
- Πρώτα, θα γνωρίσεις της Νύφης τα Λιθάρια. Βαθιά νερά, σου βάζει ιδέες η Όστρια και σε σπρώχνει στην ανοιχτή θάλασσα ψάχνοντας το γιούσουρι.
Ξεπερνάς κάθε φραγμό από αυτούς, που σου δημιουργεί η διαφορά των φυσικών ιδιοτήτων του αέρα και της θάλασσας, με εφόδιο μόνο την ανάσα σου. Φοράς τη μάσκα, εγκαταλείπεις την επιφάνεια στέλνοντας φυσαλίδες στον αφρό και εγκαταλείπεσαι χωρίς αναστολές στην πρώτη σου αυτόνομη κατάδυση. Ένα μοναδικό θέαμα σου αποκαλύπτεται. Τα μάτια κατάπληκτα αποζητούν με μεγαλύτερη λαιμαργία τα μυστικά του βυθού. Το ανάγλυφο μοναδικό. Πολύχρωμα ψάρια και φύκια, ανεμώνες, κοράλλια, μέδουσες, ξέρες και βράχια, όστρακα και κογχύλια σε παρασέρνουν στο πέρα από τη φαντασία ταξίδι. Ναι, παραδέχεσαι, τούτη η ομορφιά είναι όντως ασύλληπτη. Οι φωτεινές αντανακλάσεις του ήλιου παίζουν καθώς χάνονται προς το βάθος. Από το ανοιχτό θαλασσί στο γαλάζιο, και μετά μωβ, ώσπου να χαθείς στο σκούρο μπλε. Ειδυλλιακή εικόνα, ναι, αλλά μην παρασύρεσαι. Μπροστά σου, σαν φεγγίτης ένα πέρασμα στο βράχο. Ίσα που χωράς. Αυτό είναι. Ανεβαίνεις στην επιφάνεια για μια δεύτερη ανάσα.
Όμορφες στιγμές σκέφτεσαι και υπόσχεσαι στον εαυτό σου, να τις ξαναζήσεις. Απλώνεις τις υγρές παλάμες στο φως. Καυχιέσαι για τα τόσα που άγγιξαν. Στ’ ακροδάχτυλα ο έρωτας…
Βγαίνεις στη στεριά. Ξαπλώνεις κάτω από τον ίσκιο του πεύκου. Χίλιες μυρωδιές. Ο άνεμος χαϊδεύει το γυμνό σώμα. Η θαλασσινή αύρα σε αναστατώνει. Από το μακρινό ορίζοντα η τελειότητα σου κλείνει το μάτι. Ένα φιλί και μια αγκαλιά είναι προίκα. Θα ξανάρθεις, το ξέρεις. Τα γλαροπούλια φτερουγίζουν όλο και πιο κοντά. Και η καρδιά σου, φτερούγισμα μεταξωτό στην ηχώ του πελάγου. Παράβαση η μελαγχολική ανάμνηση.
«Άδραξε τη μέρα», κάποιος θαρρείς για εσένα, το χάραξε στην πέτρα που τυχαία διάλεξες να κρατήσεις ενθύμιο. Οπτική υπενθύμιση μιας ξεκάθαρης εντολής.
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
– Δείξε μου ένα ακόμη ακριβό στολίδι, ψιθυρίζεις στοχαστικά, στον φλοίσβο που σκάει στην απροσπέλαστη, έρημη ακτή το δειλινό.
Κλείνεις τα μάτια. Η πανσέληνος του Αυγούστου γίνεται εύκολα ο δικός σου καθρέφτης στην άγρια ομορφιά της Μυρτιώτισσας. Στην παλίρροια του νου, ένα αίσθημα δέους, αλλά και αγωνίας, σε οδηγεί να νιώσεις το μεγαλείο, να προσεγγίσεις το θείο μέσα από το ανήσυχο βουητό, σε μιαν άλλη μύηση, μαθαίνοντας πόσο η μοναξιά είναι πολύτιμη στο νηπενθές μιας μαρμαρυγής και πόσο βολεύεται στην αγάπη μοναχικών συνοδοιπόρων προσκυνητών, με μια υποψία ελευθερίας μεσίστια στο βλέμμα. Ερωτεύεσαι τη σιωπή, ντύνεσαι το φως. Αγάπη σημαίνει αντέχω, θα παραδεχτείς το ξημέρωμα γράφοντας αντίο στην πέτρα, αδράχνοντας την ουσία πίσω από τα φαινόμενα.
Δεν το περίμενες. Σε ξάφνιασε η καταιγίδα, αυτή που μόλις το ’σκασε από το στερέωμα στο φεύγα της νύχτας ζητώντας τη χαρά του ταξιδιού. Πριν ονειρευτείς πως θέλεις να το σκάσεις από εκείνους που νομίζεις πως σε κρατάνε στη γη, σκέψου πως τούτη η μπόρα δεν άντεξε τον ουρανό και κύλησε για να σε συναντήσει. Την ελευθερία τη δημιουργείς πρώτα μέσα σου και ίσως τελικά να μη φοράει και φτερά όπως φαντάζεσαι. Νιώσε την εύνοια της τύχης με αυτή την ιδιαίτερη μουσική ενορχήστρωση, αυτή που έρχεται να εκφράσει ίσως την πιο μύχια ψυχική σου κατάσταση και να σου θυμίσει με τον τρόπο της, την ανάγκη σύγκρουσης στην καθημερινότητα σου, με την πραγματικότητα, τα δήθεν και τα εύκολα. Όχι, δεν χρειάζεσαι ομπρέλα. Μπορείς να χορέψεις στη βροχή. Στην Κέρκυρα είσαι, μην το ξεχνάς.
Στο Πυργί, λένε πως η βροχή ωφελεί όσους την αγαπούν και πιο σωστά, ωφελεί εκείνους που πιστεύουν στη μαγεία της. Θα λατρέψεις το αίσθημα της πλήρωσης που προσφέρουν οι ήχοι της, στο πλακόστρωτο, στα κεραμίδια, στο τζάμι, στα φύλλα, στη θάλασσα, στα απλωμένα χέρια, στα μάτια…
Χορεύει στον έρημο δρόμο, αφήνει κι εκεί τα σημάδια της. Ακόμη και στη σκέψη σου, μη γελάς, ακόμη κι εκεί αφήνει κάτι, κάτι από ασήμι. Αργότερα θα το σκέφτεσαι κορτάροντας το φεγγάρι.
Βροχή, για να δένεσαι με τη μουσικότητα και τη σημασία της, για να ερωτεύεσαι τα πάντα για πάντα, για να αισθάνεσαι τα φανερά και τα αφανέρωτα.
Σκέφτεσαι. Ανοίγεις το σημειωματάριο. Γράφεις : «Κρύφτηκα, με την καταιγίδα, κρύφτηκα σ' αυτά που μου κρύβεις, στις σκέψεις που δεν έγιναν λέξεις, εκεί κρύφτηκα, δεν το κατάλαβες, είχε τόση φλυαρία η άγρια βροχή το ξημέρωμα κι ήταν τόσο γλυκό το μεσονύχτι των ματιών σου, γι' αυτό δεν σε ξύπνησα, να μην τρομάξω τα κρυμμένα σου...
Ήθελα να μου χαρίσεις το φυλακτό της βροχής, να το φτιάξεις με τα χέρια σου, να έχει κάτι από κανέλλα και φως, να έχει και μια δαχτυλιά απ' τα όνειρα σου, να το φορώ και να βρέχει μέσα μου όποτε θέλω, να μην αλλάξω τον κόσμο μου.»
Καταιγίδα ήταν και πέρασε. Ξεπλύθηκαν τα φύλλα από τη σκόνη και οι ψυχές από όσα τις βαραίνουν. Εδώ, όλα μπορεί να αλλάξουν από τη μια στιγμή στην άλλη.
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
Σε έχουν καθηλώσει οι ομορφιές. Κέρκυρα, ευσεβής χειρονομία της αιωνιότητας, ανοιχτό στοίχημα της Επτανήσου, καταξίωση στη σπουδή της ζωής και της μελαγχολίας χωρίς υπερβολές. Κέρκυρα, ελεύθερη πτώση της σκέψης στο Ιόνιο φως. Κέρκυρα της μουσικής, όλες οι φωτεινές διαθλάσεις του μπλε και του πράσινου ανοιχτό αλφαβητάρι σε κάθε γωνιά.
Εδώ, δεν θα βαρεθείς ποτέ να περιμένεις τα πάντα.
Δεν έχεις κουραστεί. Όχι, η ομορφιά δεν κουράζει. Έχεις αφήσει πίσω σου όλα αυτά που φοβάσαι. Τα σύννεφα ζωηρεύουν πέρα μακριά. Εσύ, κοιτάζεις μπροστά σου. Κληματιά δείχνεις μια μικρή κουκίδα στο χάρτη. Δεν είναι μακριά. Η διαδρομή ποιητικά υπέροχη. Δεν έχεις ακούσει άλλη φορά για το σπήλαιο «Ανθρωπόγραβα». Ευκαιρία λοιπόν, τώρα που κοιμούνται οι Δράκοι των παραμυθιών, τώρα που ξυπνήσαμε μαζί στον καιρό της αγάπης, μπορούμε να αγγίξουμε σταλακτίτες και σταλαγμίτες, να γυρίσουμε πίσω απ’ τον χρόνο, να τα δούμε όλα αλλιώς, να πλησιάσουμε τα μυστήρια και να θυμηθούμε την ιερή μνήμη της πέτρας. Η μαγική λέξη είναι, η ζωή! Τα χνάρια και τα σημάδια της παντού, τόσο παλιά, τόσο καινούρια ταυτόχρονα. Τα σπήλαια είναι δώρα της φύσης.
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
Σκαρφαλώνεις κι άλλο στο μονοπάτι. Ο ορίζοντας κλείνει από τις αιωνόβιες ελιές και την πυκνή βλάστηση. Η φύση ξεδιπλώνει το μεγαλείο της και σου αποκαλύπτεται. Η φύση είναι ένας τεράστιος καμβάς σκέφτεσαι. «Αν θέλετε να ζωγραφίσετε, κλείστε τα μάτια και τραγουδήστε», θυμάσαι την παρότρυνση του Picasso. Ένα ανοιγόκλεισμα στα βλέφαρα. Μα εσύ δεν ξέρεις να τραγουδάς. Θα κρατήσεις τις εικόνες στην καρδιά σου. Χαμογελάς. Κάποιος όμως ξέρει να ζωγραφίζει και το κάνει καλά. Κάποιος που αγαπά την Κέρκυρα και μέσα από τις καταθέσεις της τέχνης του λυτρώνει και λυτρώνεται ο ίδιος. Έχεις την τιμή να ανταλλάξεις χειραψία με τον Κερκυραίο ζωγράφο Σπύρο Τρούσα. «Η Κέρκυρα, είναι το αγαπημένο θέμα πολλών ζωγράφων, η ίδια η Κέρκυρα είναι Τέχνη ακριβή», θα ομολογήσει με σεβασμό και θα σε μεταλάβει το Ιόνιο φως των έργων του. Η δύναμη της νοσταλγίας, παραδέχεται, του υπενθυμίζει την επιταγή της καρδιάς. Μετά, έρχεται η μυρωδιά της βροχής και μέσα σε όλο αυτό το μυστήριο της αναπόλησης του, τα χρώματα παίρνουν άλλη διάσταση πάνω στον καμβά.
- Τι είναι η τέχνη; Ρωτάς.
- Είναι αγάπη, έκφραση, παιδεία, σκέψη, έρωτας, τρόπος ζωής, επανάσταση, ιδέα, αφιέρωση, ξέσπασμα, μοναξιά, αθανασία, η απάντηση του ζωγράφου με στόχαση.
Ίσως, -θέτεις στον εαυτό σου τον προβληματισμό- , ίσως η τέχνη να προσθέτει ένα λιθαράκι αλήθειας σε όποιον πιστεύει πως τίποτα δεν χάθηκε ακόμα.
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
Και να που το φθινόπωρο ανοίγει την αυλαία ξανά, όπως τότε. Έχουν περάσει οι μεγάλες μέρες, μπροστά σου ο φάρος των Περιστερών. Χαμηλώνουν οι καιροί, το χορταριασμένο πλακόστρωτο γεμίζει σπουργίτια, περιμένεις, εδώ ακούς τα φτερά της ψυχής να χτυπούν αλλιώς. Στην πραγματικότητα ανοίγει η δυνατότητα μιας άλλης όρασης και φαίνεται να διαβάζεις τα μάτια του άλλου πιο εύκολα, πιο καθαρά και φυσικά ξέρεις τι είναι αυτό που συμβαίνει. Είναι που έχεις αφήσει ανοικτή τη δική σου πληγή, είναι που μια ακίδα, μόνο μια από το παρελθόν φτάνει, για να σε κάνει να αισθανθείς πιο ανθρώπινα, πιο οικεία, πιο φιλικά.. Δεν ελπίζεις πια το ακατόρθωτο, δεν έχεις έπαρση, αναπολείς εκείνες τις μέρες και τις νύχτες που είχες δραπετεύσει αλλού…
Τώρα, είσαι στο εκεί της ψυχής που το φως κατοικεί.
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
Το να παραμείνεις αγνός δεν είναι κάτι που γίνεται εύκολα πράξη. Λίγο πιο πάνω, κάτι θα συμβεί, παραμονή πρωτοχρονιάς αργότερα. Αυτό δεν θα το δεις, γιατί εσύ, δεν πιστεύεις τόσο πολύ στη μαγεία. Θα το ζήσουν εκείνοι που το περίμεναν με λαχτάρα, τα παιδιά. Εσύ θα κρατάς τη φωτογραφία, Αύριο… χωρίς να πιστεύεις πως στην Κέρκυρα της βροχής, καμιά φορά, υπάρχει κάτι που όταν πέφτει δεν ξέρει να κυλήσει, ξέρει όμως να αλλάζει το τοπίο, ντύνοντάς το στη φαντασμαγορία της λευκής αθωότητας.
Αίσθηση πρωτόγνωρη, θα παραδέχεσαι κοιτάζοντας στις φωτογραφίες εικόνες της φύσης μοναδικές. Η κρύα νύχτα γίνεται μια άλλη πρόταση ζωής. Το χιονισμένο τοπίο του Παντοκράτορα θα σε συναρπάσει.
- Αγαπώ την Κέρκυρα, θα το πεις πολλές φορές απολαμβάνοντας και την γοητεία του παράδοξου.
- Έχεις ένα ραντεβού, λίγο πριν φύγεις. Αλήθεια θα φύγεις ; Ρωτά ο άνεμος. Ο άνεμος ξέρει να διαβάζει τα πεπρωμένα.
Η όραση, αγκαλιάζει ό,τι απέμεινε από τ’ ανοικτά τόξα στα Βενετσιάνικα Ναυπηγεία. Κλείνεις τα μάτια. Θαρρείς ακούς ακόμη τα ξύλινα σφυριά των καραβομαραγκών. Φαντάζεσαι εκείνη τη γαλέρα που μετέφερε μέχρι κεχριμπάρι στ’ αμπάρια, γιατί ο καπετάνιος της, γνώριζε καλά τον ακόρεστο πόθο που είχαν πάντα οι γυναίκες για στολίδια. Άγκυρες, φάροι, πανιά, σκοινιά, κουπιά, όλα εκεί κι ένα πρόσωπο σμιλεμένο με αδρά χαρακτηριστικά σου κλέβει ένα χαμόγελο.
- Η αγάπη, διατηρεί τον άνθρωπο σε ισορροπία, σκέφτεσαι, λόγια, από τις παραινέσεις της γιαγιάς, πριν σε ξαφνιάσει ο Έρωτας, με τον ίδιο τρόπο που ξαφνιάζουν οι πρωινές μεσογειακές λάμψεις του ήλιου πάνω στην ήρεμη θάλασσα, αυτή που απλώνεται μπροστά σου στο φυσικό λιμανάκι των Γουβιών. Σου κρατάει το χέρι, τρυφερά. Δεν μετράς το χρόνο, όχι δεν έχει σημασία. Απολαμβάνεις τη στιγμή.
Αγαπάς την Κέρκυρα των τεσσάρων εποχών, για την ατμόσφαιρα της, τη μουσική, για τα χρώματα, την πλούσια φυσική ομορφιά, τις αντιθέσεις του μπλε και του πράσινου, για τους ανθρώπους της με την ιδιαίτερη κουλτούρα και την ρητορική τους τέχνη.
Αγαπάς την Κέρκυρα για την εμπειρία, το ταξίδι και την ακριβή χειραψία με το Ιόνιο φως, Σε πάει πιο μακριά από αυτό που περιμένεις. Το δίχως άλλο, η Κέρκυρα δεν θα παρακμάσει ποτέ. Είναι προορισμένη για την αιωνιότητα. Είναι αλήθεια.
Λάδι σε μουσαμά, Σπύρος Τρούσας
Κορτάροντας το φεγγάρι, μην ξεχάσεις το δώρο σου, αυτή τη μικρή γυάλινη σφαίρα τη γεμάτη χιονονιφάδες. Μέχρι να πιστέψεις στα παραμύθια κράτα την στα χέρια, γύρνα την ανάποδα και μη φοβηθείς αν έρθουν τα πάνω κάτω. Η Κέρκυρα είναι μαγεία.
Στη σκέψη και στο όνειρο, σε τούτες τις ρούγες και τα καντούνια, στις μικρές γειτονιές και αυλές, εκεί που μυρίζει λουκούμι και κουμκουάτ η θύμηση για να γλυκάνει τις ψυχές που ξέρουν να αναγνωρίζουν το μυστικό και τον ψίθυρο του φεγγαριού στο γιασεμί, αυτό που λίγοι αξιώνονται να μάθουν και να ερμηνεύσουν, εδώ λοιπόν μια φορά δεν είναι ποτέ αρκετή. Θα ξανάρθεις. Μπορεί και για πάντα.
Μπορεί μια επίσκεψη, να μην είναι εκείνη που θ’ αλλάξει τη ζωή σου. Η Κέρκυρα όμως, θα είναι πάντα ο κατάλληλος προορισμός για να συμπληρώνεις την εμπειρία σου. Το Ιόνιο φως θα έχει πάντα αυτή τη δύναμη να διαφοροποιεί, τον τρόπο της σκέψης, να υπόσχεται και να εκπληρώνει τον πόθο σου.
Δεν έχει σημασία πότε θα κάνεις τούτο το ταξίδι, έτσι κι αλλιώς, όποτε η Τύχη το φέρει, θα είναι πάντα μια μοναδική ευκαιρία. Μετά θα θέλεις να ξανάρθεις. Οι άνθρωποι ξαναγυρίζουν στην Κέρκυρα, όπως στη μάνα τους.
Για το BOOK TOUR, Ζωή Δικταίου (Χαρούλα Βερίγου).
Αύριο... εν ονόματι της αγάπης
Για την Κέρκυρα της καρδιάς μας
Ευχαριστώ από καρδιάς,
την υπέροχη Κατίνα Βλάχου για την πρόταση και την ευκαιρία.
τον εξαίρετο ζωγράφο Σπύρο Τρούσα για την τιμή
και τον Σπύρο Μπάντιο για την διάθεση των videos:
1. https://www.youtube.com/watch?v=lwjCJXoqoqM
2. https://www.youtube.com/watch?v=1VrKwRIe11s
3. https://www.youtube.com/watch?v=Ns3M04RxsUw
Κέρκυρα 9 Σεπτεμβρίου του 2015
(Με την πρώτη του φθινοπώρου βροχή)
ΖΗΤΗΣΤΕ ΤΟ
ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ
Η κοινωνία ποτέ δεν τους χωράει όλους, γι' αυτό έχει δημιουργήσει το περιθώριο, για να στέλνει κάποιους εκεί. Όμως, τυχαίνει καμιά φορά κι αυτό το περιθώριο σημαίνει ό,τι και η κορνίζα στις φωτογραφίες των αγαπημένων μας. Συμβαίνει, επειδή η φύση της αγάπης μπορεί να κρύβεται οπουδήποτε, ακόμη κι εκεί.
Τη δεκαετία του εβδομήντα, η Χαριγένεια, έρχεται από το πουθενά κι από το περιθώριο και εγκαθίσταται με τη μητέρα και τα δυο της παιδιά στην Κρήτη. Την παρουσία της στη γειτονιά αντιλαμβάνονται πρώτα δυο μάτια καθαρά, της μικρής Ζωής. Μέσα από το βλέμμα και την αισθητική του παιδιού, έτσι όπως μεγαλώνει και εξελίσσεται στο χρόνο, καταγράφεται η διαδρομή της ζωής αυτής της γυναίκας και των ανθρώπων που συναναστρέφεται σε κωμικοτραγικές ή και ακραία τραγικές καταστάσεις.
Η Χαριγένεια θα ζήσει τα πάντα, από ένα "αθώο" χαστούκι μέχρι τη βαριά σωματική βία, αλλά και τον έρωτα. Με αντάλλαγμα τη βελτίωση των συνθηκών της ζωής της και με όρκο σιωπής, (στη διάρκεια της χούντας) θα ανταποκριθεί σε μια απρόσμενη πρόταση. Το τίμημα ακριβό. Ένα μενταγιόν, τα όνειρα και το τυχαίο θα καθορίσουν τη σχέση ανάμεσα στη Ζωή και στη Χαριγένεια στα σαράντα χρόνια που θα ακολουθήσουν μετά τον Ιούλιο του 1974.
Όταν θέλει η ζωή να σε λυτρώσει, σου ανοίγει την πόρτα σε έναν καινούριο παράδεισο, εκεί που το αχ του έρωντα ξοδεύεται στη μνήμη του νερού, για να κυλάει ο Αχέροντας με τον καιρό της αγάπης, όταν το τέλος έρχεται απλά και ανώδυνα προοικονομημένο από τη φύση.
Ένα αξιόλογο βιβλίο γεμάτο αισθήματα και εικόνες ζωντανές, σαν πίνακες ζωγραφικής. Σε ταξιδεύει, σε μαγεύει, σου αποκαλύπτει βαθιά κρυμμένες πτυχές της ψυχής.
Αλκυόνη Παπαδάκη
Αποκτήστε το άμεσα:
www.captainbook.gr/book/217997/mia-koursa-gia-ti-charigeneia
Μ' ένα βλέμμα κι ένα φιλί!
Βραχεία λίστα
Κρατικών Βραβείων Κύπρου
Κατηγορία: Λογοτεχνία για μεγάλα παιδιά και εφήβους
ΜΕ ΤΡΟΧΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΗΛΙΟ
Δυο χέρια πλέκουν την αγάπη