Εδώ αληθεύουν οι αισθήσεις, Δίκτη
Δίκτυννα, ακρυλικό 0,60 Χ 0,90, Ρουσσέτος Παναγιωτάκης
Ξεθωριασμένο τ’ όνειρο,
έτσι φοβέριζαν,
φωνές ξένες, απ’ αυτές που υφαίνουν σκοτάδια.
Σ’ εξώστη μυστικό, ανέλπιστα,
με αγνή θωριά
ικέτιδα για ένα φεγγάρι ολόγιομο.
Ο τόπος θέλει, να με έχει,
ο τόπος που δεν μού ’ταξε ολόχρυσους καρπούς,
μα, με μετάλαβε τιμή και περηφάνια.
Η πέτρα σου, θα σώσει την ψυχή, Δίκτη,
ο αέρας τής κορφής,
πνοή τής θεάς, αυτή,
από τη γνώμη την κακή με προστατεύει
και τον επίβουλο εραστή.
Δίκτυννα, εδώ,
η μητρική μου η μνήμη με οδήγησε, μόνη,
αλλά, όχι με βήματα αστόχαστα.
Μια πεταλούδα
αφήνει το κουκούλι με τ’ ασήμαντα,
τόσο χαμήλωσαν απόψε οι αιώνες.
Πανσέληνη η Μινωική διαδρομή,
στο φρύδι τής νύχτας,
με τη σιωπή τής αθωότητας,
ανάσα και λαχτάρα
κι ύστερα, η θάλασσα, εικόνα από ψηλά,
ρότες απόρρητες, λησμονημένα λόγια,
κι εσύ θεά, αγαπημένη Δίκτυννα,
εκεί στο Λιβυκό,
με το φεγγάρι στο πρόσωπο,
τη σκόνη απ’ το πέπλο σου ξεπλένεις.
Μάγια και θαύματα,
σ’ ένα κογχύλι όλα κλεισμένα.
Οι πρώτες ηλιαχτίδες στεγνώνουν τα χείλη.
Η δίψα, εχθρική σαϊτιά, παραμονεύει.
Ο Αύγουστος, εκεί που συναντιέται με τον ήλιο,
δίχως ένα σύννεφο να υπόσχεται,
εκεί, καταμεσήμερο, με κάλεσε:
«Εσύ δεν λάτρεψες σκιές, έχεις ασύλητο καιρό στα χέρια
και τα σημάδια τής αλμύρας στα μάτια… »
Μπροστά σου, όλα δεύτερα
ομολογεί η καρδιά, η σκέψη ανταριασμένη,
οι δείχτες τής ζωής σε άλλη ανατολή
κι εγώ, δεν είμαι ένα τίποτα,
όχι, όσο είμαι φλούδα από τον άγριο βράχο,
τον δικό σου Δίκτη.
Κι όσο στο χάος, απλώνει ρίζες ο αλούτσουνας
κι από τον ώριμο καρπό του
θα ξαναβάψει κόκκινα τα χείλη η ιέρεια,
για την αιώνια μύηση προορισμένη
τη φλόγα τούτη, θέλω κι ας με κάψει.
Το φως γράφει καινούριες νοητές γραμμές,
ο χρόνος άδικος στο βλέμμα, σβήνει την οργή
μα όχι και τη δίψα.
«Ανέβαινε, τα μουδιασμένα δάχτυλα,
θα βρουν τον τρόπο, η αρχαία λύρα να ηχήσει
και το φίδι το ασάλευτο, δαχτυλίδι στο χέρι
μόλις δικά σου γίνουν τ’ αγριόροδα».
Αλητεύουν οι κίβδηλες ώρες
και οι απείθαρχες επιθυμίες βαμμένες στο χρυσό
σε σπρώξουν στο χαμό.
Ξέστηθη μα όχι ξεδιάντροπη, έτσι με θέλεις, Δίκτυννα.
«Μας βρίσκουν και τα σύννεφα στην ώρα τους,
ελευθερώσου από φόβο και θάνατο»,
αντίλαλος στα διάσελα. Διψώ.
Τα γεράκια σε κύκλιους χορούς τ’ ουρανού
σημάδια μιας πανάρχαιας λατρείας,
στην κόψη του γκρεμού
οι πέρδικες ανοίγουν τα φτερά,
αχαλίνωτος ο νους ,
παραδέρνει στον μύθο,
αγαπάς το ρίσκο.
Ούτε ένα δέντρο από τα ιερά σου δάση,
Δίκτυννα,
κι ούτε δυο λόγια πια για εσένα,
κι όμως, τη μυρωδιά τού πεύκου και τού σκίνου
με κοινώνησες και πια δεν αμφιβάλλω.
Αθέριστα τα φτερουγίσματα του έρωτα,
εδώ αληθεύουν οι αισθήσεις, Δίκτη,
απατηλά δεν έχει,
μόνο το μέγεθος τού σύμπαντος
κι ο άνεμος κουρσάρος, διαλαλεί
τη μοίρα τών ανθρώπων και τού κόσμου.
Ας υψωθεί μονάχα η κραυγή
χωρίς το φωτοστέφανο τής δόξας
κι ας γίνει λάβαρο η ψυχή
σε τούτο τον ιερό σου εξώστη, Δίκτυννα,
λυτά μαλλιά, πόδια γυμνά,
και με τις χούφτες ματωμένες,
η ομορφιά επιστρέφει.
Ανάθεμα στις σκουριασμένες συνειδήσεις
και στην αδέσποτη
του φόβου την κατάρα
πόσα και πόσα καλοκαίρια έχασα.
Αύριο, να με καλέσεις με την ίδια λέξη…
Αγάπη…
Για το BOOK TOUR, Ζωή Δικταίου (Χαρούλα Βερίγου).
Αύριο, εν ονόματι της αγάπης
Δίκτη 6 Αυγούστου 2017
ΖΗΤΗΣΤΕ ΤΟ
ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ
Η κοινωνία ποτέ δεν τους χωράει όλους, γι' αυτό έχει δημιουργήσει το περιθώριο, για να στέλνει κάποιους εκεί. Όμως, τυχαίνει καμιά φορά κι αυτό το περιθώριο σημαίνει ό,τι και η κορνίζα στις φωτογραφίες των αγαπημένων μας. Συμβαίνει, επειδή η φύση της αγάπης μπορεί να κρύβεται οπουδήποτε, ακόμη κι εκεί.
Τη δεκαετία του εβδομήντα, η Χαριγένεια, έρχεται από το πουθενά κι από το περιθώριο και εγκαθίσταται με τη μητέρα και τα δυο της παιδιά στην Κρήτη. Την παρουσία της στη γειτονιά αντιλαμβάνονται πρώτα δυο μάτια καθαρά, της μικρής Ζωής. Μέσα από το βλέμμα και την αισθητική του παιδιού, έτσι όπως μεγαλώνει και εξελίσσεται στο χρόνο, καταγράφεται η διαδρομή της ζωής αυτής της γυναίκας και των ανθρώπων που συναναστρέφεται σε κωμικοτραγικές ή και ακραία τραγικές καταστάσεις.
Η Χαριγένεια θα ζήσει τα πάντα, από ένα "αθώο" χαστούκι μέχρι τη βαριά σωματική βία, αλλά και τον έρωτα. Με αντάλλαγμα τη βελτίωση των συνθηκών της ζωής της και με όρκο σιωπής, (στη διάρκεια της χούντας) θα ανταποκριθεί σε μια απρόσμενη πρόταση. Το τίμημα ακριβό. Ένα μενταγιόν, τα όνειρα και το τυχαίο θα καθορίσουν τη σχέση ανάμεσα στη Ζωή και στη Χαριγένεια στα σαράντα χρόνια που θα ακολουθήσουν μετά τον Ιούλιο του 1974.
Όταν θέλει η ζωή να σε λυτρώσει, σου ανοίγει την πόρτα σε έναν καινούριο παράδεισο, εκεί που το αχ του έρωντα ξοδεύεται στη μνήμη του νερού, για να κυλάει ο Αχέροντας με τον καιρό της αγάπης, όταν το τέλος έρχεται απλά και ανώδυνα προοικονομημένο από τη φύση.
Ένα αξιόλογο βιβλίο γεμάτο αισθήματα και εικόνες ζωντανές, σαν πίνακες ζωγραφικής. Σε ταξιδεύει, σε μαγεύει, σου αποκαλύπτει βαθιά κρυμμένες πτυχές της ψυχής.
Αλκυόνη Παπαδάκη
Αποκτήστε το άμεσα:
www.captainbook.gr/book/217997/mia-koursa-gia-ti-charigeneia
Μ' ένα βλέμμα κι ένα φιλί!
Βραχεία λίστα
Κρατικών Βραβείων Κύπρου
Κατηγορία: Λογοτεχνία για μεγάλα παιδιά και εφήβους
ΜΕ ΤΡΟΧΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΗΛΙΟ
Δυο χέρια πλέκουν την αγάπη