Δ ι ά θ λ α σ η (Κωνσταντίνα Κοράκη VS Μανώλης Σιμιτσάκης)
Μια σειρά συνομιλιών γύρω από το βιβλίο με συγγραφείς, αναγνώστες και δημιουργούς με την ελπίδα ότι θα προκύψει κάτι, έστω και ελάχιστα, διαφορετικό.
Αρχή, λοιπόν, με τον συγγραφέα Μανώλη Σιμιτσάκη.
Έχει όρια η φαντασία; Έχεις νιώσει ποτέ ότι δεν μπορείς να γράψεις αυτά που θέλεις για να μη σοκαριστεί το κοινό;
Η φαντασία είναι το μοναδικό στοιχείο που διαχωρίζει τους ανθρώπους από τα υπόλοιπα όντα. Οι σκέψεις μας δεν περιορίζονται σε ενστικτώδη ή αισθητήρια ερεθίσματα, αλλά ο εγκέφαλός μας – εμείς δηλαδή – έχει την ικανότητα να δημιουργεί το ανύπαρκτο και ύστερα να πραγματοποιεί. Επομένως, τα μοναδικά όρια της φαντασίας είναι αυτά ενός χαμηλών δυνατοτήτων εγκεφάλου – ναι, το λέω λίγο χοντροκομμένα, αλλά έτσι είναι. Και τι δεν πηγάζει από τη φαντασία; Κάθε τέχνη, κάθε όραμα, τα μεγαλύτερα επιτεύγματα. Είναι ο φόβος μου, ξέρεις, μη χαζέψω κάποια στιγμή και στερέψω. Εκεί θα χάσω την ελευθερία μου. Και αλίμονο σε όποιον ελεύθερος δεν είναι, γιατί τότε θα πετάει στο χαρτί μόνο λέξεις για το κοινό και όχι τον ίδιο του τον εαυτό.
Σου έχει περάσει από το μυαλό να γράψεις με ψευδώνυμο για να εκφραστείς πιο ελεύθερα; Είναι ο χώρος των εκδόσεων συντηρητικός στην Ελλάδα;
Όχι, δεν με απασχόλησε ποτέ κάτι τέτοιο και δεν βλέπω τον λόγο. Και αυτή τη στιγμή βρίσκομαι σε μια περίοδο που γράφω κάτι καινούργιο –μια πειραματική νουβέλα θα το αποκαλούσα-, μέσω του οποίου μπορεί πολύ εύκολα να παρεξηγηθεί το όνομά μου. Ναι, θα ήταν βολικό να υπάρχει ένα ψευδώνυμο, αλλά σκοπός του συγγραφέα είναι να δίνει κάθε οπτική γωνία του θέματος και να αφήνει το κοινό να γέρνει στην πλευρά που επιθυμεί. Κάπου, πάντα κρύβεται ο συγγραφέας, μα είναι λάθος να τον ταυτίζουμε με τους χαρακτήρες του και τις ιδέες τους.
Όταν ήσουν μικρός, είχες διαβάσει ποτέ κάτι που σε τρόμαξε; Και αν, το έχεις μετανιώσει;
Ποτέ. Αγωνία, μυστήριο, περιπέτεια, συγκίνηση, τα ένιωθα όλα αυτά, αλλά τρόμο ποτέ. Τρόμαξα όμως μεγαλύτερος, όταν διάβασα το “Johnny got his gun”. Βυθίστηκα σε μια σκληρή πραγματικότητα για μια εβδομάδα περίπου από το βάρος του κειμένου. Δεν ήταν ένα βιβλίο που θα το κατέτασσα σε μια ξεχωριστή κατηγορία από αυτές που διαβάζω, αλλά το θέμα του το ίδιο είναι ανατριχιαστικό και ζωντανό.
Γιατί είναι ο χώρος της φαντασίας τόσο παρεξηγημένος στην Ελλάδα; Όλοι οι αναγνώστες έχουν διαβάσει παραμύθια, μύθους. Μετά τι συμβαίνει και οι αναγνώστες επιμένουν τόσο στον διαχωρισμό φανταστικού και υπόλοιπης λογοτεχνίας;
Δεν είναι παρεξηγημένο το είδος, ο άνθρωπος είναι. Ο κάθε αναγνώστης ζητά από ένα βιβλίο να του δώσει μια διέξοδο από την καθημερινότητα και με τρόπο που του ταιριάζει. Παρά το γεγονός ότι η φαντασία βρίσκεται σχεδόν σε κάθε μας πράξη, δεν τη βλέπουμε πλέον τριγύρω μας, με το εκπαιδευτικό σύστημα το ίδιο να είναι αυτό που φροντίζει να σκοτώσει τον Πίτερ Παν μέσα σε κάθε παιδί και να σφαλίσει το λαγούμι στο οποίο ταξίδεψε η Αλίκη. Εάν λοιπόν έχεις χάσει την ικανότητα να τη δεις, πώς να αναζητήσεις τη λύση των προβλημάτων σου σε αυτήν; Μία είναι η συμβουλή μου και θέλει δουλειά: Ανακαλύψτε ξανά ποιοι είστε. Βοηθά στην εξέλιξη όλων μας.
Σύμφωνα με μια έρευνα στην Αμερική οι αναγνώστες έχουν μειωθεί τα τελευταία χρόνια λόγω του ίντερνετ. Μάλιστα, έλεγε ότι οι χρήστες του ίντερνετ περνάνε μια φάση ναρκισσισμού. Τι πιστεύεις για αυτό ως συγγραφέας αλλά και ως χρήστης του ίντερνετ και ως αναγνώστης;
Είμαστε ως όντα πληροφοριοφάγοι – ναι, δεν υπάρχει αυτή η λέξη, αλλά μόλις τη δημιούργησα. Και είμαστε και λίγο τεμπέληδες, προτιμούμε τη μασημένη πληροφορία, σε μεγάλες ποσότητες και σε όσο το δυνατόν λιγότερο χρόνο. Το βρίσκω λογικό να αφήνουν οι άνθρωποι τα βιβλία και να στρέφονται στην τεχνολογία, όπου ακόμη και οι ίδιοι μπορούν να είναι ο διασημότερος άνθρωπος του πλανήτη για 15 λεπτά. Μέσω αυτής της προσέγγισης όμως, η ζωή μικραίνει, χάνεται η ποιότητα τής καλλιέργειας του χαρακτήρα. Σε αυτό παίζουν ρόλο και άλλοι παράγοντες βεβαίως, η τεχνολογία είναι ένα εργαλείο που το χρησιμοποιείς όπως θες – όπως τα πάντα -, αλλά μιλώντας για αυτήν, είναι εύκολο να παρασυρθεί κάποιος στο εφήμερο κέρδος.
Πρόσφατα, σε άρθρο για τον χώρο του βιβλίου στην Ελλάδα είδαμε ότι οι εκδοτικοί οίκοι πληρώνουν για να καταλαμβάνουν μία περίοπτη θέση στις βιτρίνες των μεγάλων βιβλιοπωλείων. Τελικά, πόσο μεγάλο ρόλο παίζει το μάρκετινγκ στα βιβλία; Ένας συγγραφέας που θα ανεβάσει τη δουλειά του στο ίντερνετ ανεξάρτητα (ακόμα και δωρεάν) έχει πιθανότητες να βρει αναγνωστικό κοινό;
Το μάρκετινγκ είναι ανίκητο, κινεί τον κόσμο όλο. Η πειθώ είναι μεγάλο όπλο στην διαχείριση της μάζας και έχει τον πρώτο λόγο και στην επιλογή ενός βιβλίου, όταν πρόκειται για κάποιον μέσο αναγνώστη – ένα δύο βιβλία τον χρόνο. Οι βιβλιοφάγοι από την άλλη πλευρά δεν την πατάνε τόσο εύκολα, αλλά θα γνωρίζουν ήδη, πριν την αγορά, τι έχει ακουστεί για το βιβλίο που επιθυμούν, είτε μέσω social media είτε από φίλους τους αναγνώστες. Αυτό επίσης σημαίνει πως για έναν συγγραφέα που κάνει τα πρώτα βήματα είναι πολύ πιθανόν να δημιουργήσει αναγνωστικό κοινό εάν το εκμεταλλευτεί σωστά. Έτσι ξεκίνησα κι εγώ, αλλά είναι μια ριψοκίνδυνη τεχνική που μπορεί να σου καταστρέψει ό,τι έχεις δημιουργήσει, ανεπανόρθωτα.
Πρέπει ένας συγγραφέας να έχει έντονη παρουσία στο διαδίκτυο (στα social media); Αναρωτιέμαι καμιά φορά, πότε βρίσκει χρόνο να γράψει κάποιος που καταναλώνει τόσο χρόνο στο διαδίκτυο και αν επηρεάζει το γράψιμό του;
Το διαδίκτυο βοηθάει, αλλά χρειάζεται μέτρο και σύνεση για να μην παρασυρθείς από το να σπαταλάς αμέτρητες ώρες στη διάδοση της ίδιας και της ίδιας πληροφορίας ή την συλλογή πληροφοριών – για κουτσομπολίστικους σκοπούς. Εάν το χρησιμοποιείς σωστά και δεν εργάζεσαι, τότε έχεις άπλετο χρόνο. Στη δικιά μου την περίπτωση προσπαθώ να στριμώξω το γράψιμο μέσα στην καθημερινότητα –το πρωί πριν τη δουλειά π.χ.-, όπως προσπαθώ και να μην ασχολούμαι με οτιδήποτε συμβαίνει στα social Media. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην είμαι τόσο δημοφιλής όσο θα μπορούσα να είμαι, να μην σκαλίζω ποια είναι η περσόνα που θα πρέπει να πλησιάσω ώστε να προωθηθώ περισσότερο, αλλά σίγουρα κερδίζω αέρα και χρόνο. Ο κάθε ένας από εκεί και ύστερα, τα ζυγίζει όπως θέλει, βάσει αυτού που θέλει να πετύχει.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε μια άνθιση στην αυτοέκδοση/ συγχρηματοδότηση. Παρ' όλα αυτά βλέπουμε αρνητικά σχόλια. Από τη στιγμή που οι εκδοτικοί λόγω κρίσης δεν μπορούν να εκδώσουν τους τίτλους των προηγούμενων χρόνων, γιατί να μην καταφύγει ένας συγγραφέας στην αυτοέκδοση/συγχρηματοδότηση;
Υπάρχουν συγγραφείς που πληρώνουν managers για να μπουν σε έναν εκδοτικό οίκο, αλλά αυτό δεν το βαφτίζουμε αυτοέκδοση… Χμμμ... Δεν θα το σχολιάσω όμως αυτό, μου αρέσει να βλέπω τα πράγματα στην ουσία τους, πέρα από τις ταμπέλες που τους τοποθετεί ο κόσμος. Δεν έχει σημασία ποιος θα εκδώσει ένα βιβλίο. Σε εξιτάρει το οπισθόφυλλο; Σου αρέσει η γραφή καθώς το ξεφυλίζεις; Αφιέρωσέ του χρόνο. Διάβασέ το. Το ποιος το εξέδωσε, πώς εκδόθηκε κτλ... είναι σαν να κρίνουμε ένα βιβλίο από το εξώφυλλο και είναι κρίμα να πέφτουμε τόσο χαμηλά...
Μια και μιλάμε για φαντασία κυρίως... Φαντάσου να έμπαινες σε ένα βιβλιοπωλείο χωρίς κατηγορίες, π.χ. τρόμου, φαντασίας, κλασική λογοτεχνία. Μόνο να έβλεπες άπειρα βιβλία το ένα δίπλα στο άλλο πάνω σε πάγκους. Θα τα έχανες; Νομίζεις ότι ο αναγνώστης θα ανακάλυπτε έτσι και άλλα είδη;
Θα έφευγα από το βιβλιοπωλείο αμέσως! Δεν νομίζω πως αυτό ωφελεί κάποια από τις δύο πλευρές – συγγραφείς ή αναγνώστες. Οι αλλαγές θέλουν χρόνο και ελαφριές μεταβάσεις. Τα ερεθίσματα τα παίρνουμε όλοι από τις διαφημίσεις κάθε είδους και επιλέγουμε πάντα προς τα πού θα κατευθυνθούμε.
Συχνά βλέπουμε στο διαδίκτυο ανθρώπους να ισχυρίζονται ότι αν έγραφαν οι ίδιοι κάτι, θα έστελναν τη δουλειά τους κατευθείαν στο εξωτερικό. Είναι μια άποψη, που πηγάζει από τη γενικότερη απογοήτευση, όμως μου δίνει την εντύπωση ότι κρύβει και μια απαξίωση για τους Έλληνες δημιουργούς. Ποια είναι η άποψή σου;
Δεν κρύβει απαξίωση για τους Έλληνες δημιουργούς, αλλά ο πληθυσμός της Ελλάδας είναι μικρός για να απορροφήσει τόσα προϊόντα –και μιλάω για κάθε τομέα-, ώστε να είναι υγιής και κερδοφόρος μια επιχείρηση παραγωγής. Από τη πλευρά του συγγραφέα εξαρτάται τι κυνηγά ο καθένας. Μπορεί να θες να είσαι το μεγάλο ψάρι στη μικρή λίμνη, ή να θες να ζήσεις από τη συγγραφή - να κυνηγάς μόνο τις πωλήσεις και άρα να ψάχνεις μεγαλύτερο αγοραστικό κοινό στο εξωτερικό-, ή να γράφεις επειδή δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς.
Πιστεύεις ότι το κοινό επιλέγει ή καθοδηγείται;
Θα πω μονάχα πως μπορείς να είσαι ελεύθερος μέσα στη φυλακή σου, όπως μπορείς να είσαι και δέσμιος της ελευθερίας σου.
Για να γράψει κάποιος, είναι απαραίτητη η απομόνωση;
Εξαρτάται πώς ορίζουμε την απομόνωση. Προσωπικά, δεν με ενοχλεί να βρίσκομαι σε μια καφετέρια και να γράφω, μπορώ να αγνοήσω τα πάντα. Δεν με ενδιαφέρει τι καφέ πίνει ή τι θα κάνει ο διπλανός. Αυτό που σίγουρα με ενοχλεί όμως είναι να υπάρχει σύνδεση internet. Είμαστε περίεργα πλάσματα και πάντοτε θέλουμε να δούμε τι είναι αυτό το γκλινγ που ειδοποιεί πως κάτι συνέβη στον ψηφιακό κόσμο. Κλείνουμε συνδέσεις και απενεργοποιούμε ορθογράφο όταν γράφουμε. Πάντα.
Ο Τόλκιν, όπως και άλλοι συγγραφείς, έλεγε ότι δεν υπάρχουν ιστορίες ειδικά για παιδιά (“There is no writing for children”). Συμφωνείς;
Διαφωνώ. Υπάρχουν πολλές κούφιες ιστορίες από τις οποίες πρέπει να προστατευθούν. Ο ίδιος βέβαια εννοούσε πως τα παιδιά δεν είναι τόσο χαζά όσο νομίζουμε και πως πρέπει να απευθυνόμαστε σε αυτά με ώριμο λόγο, αλλά να που υπάρχουν ιστορίες απευθύνονται με χαζό τρόπο σε ώριμους ανθρώπους. Αυτές δεν είναι για παιδιά.
Τι ρόλο παίζει η απόρριψη στη ζωή και στο έργο ενός δημιουργού; Στις μέρες μας, όταν κάποιος ανακοινώνει στον περίγυρό του ότι γράφει, ακούει συχνά σχόλια του τύπου: «Ακόμα να βρεις εκδοτικό; Άρα κάτι δεν πάει καλά κτλ. ...» Ισχύει αυτό;
Δεν ισχύει σε καμία περίπτωση. Οι εκδοτικοί επιλέγουν τον συγγραφέα βάσει των κύκλων του και της επαγγελματικής του δραστηριότητας, παρά από το ίδιο το έργο. Πιο ωμά: Πόσα μπορεί να μας πουλήσει ο συγκεκριμένος άνθρωπος; Εάν είναι μια φημισμένη προσωπικότητα ή εάν αυτό που έχει γράψει συνδέεται με μια λαμπρή επαγγελματική καριέρα και μπορεί ο ίδιος να το προωθήσει μέσω αυτής, τότε μας κάνει. Η απόρριψη στην τέχνη δεν πρέπει να ενοχλεί, εάν δεν είναι σωστά αιτιολογημένη, εάν δεν έχει μελετήσει το έργο σου ο κριτής. Και πάλι όμως, εάν είναι μια τεκμηριωμένη απόρριψη, τότε βελτιώσου -δεν είναι λόγος να τα παρατήσεις.
Διαβάζοντας για τις ζωές διάσημων συγγραφέων βλέπουμε συχνά ένα μοτίβο με άπειρες δυσκολίες, απορρίψεις και αποτυχίες. Στις μέρες μας, βέβαια, όλα έχουν αλλάξει με τα social media, το μάρκετινγκ και τις κριτικές που κυκλοφορούν. Μήπως τελικά όλα αυτά επηρεάζουν την ποιότητα;
Η ποιότητα παραμένει η ίδια, βρίσκεται παντού και δίχως να ζητωκραυγάζει διαρκώς. Αλλά υπάρχουν τα δεσμά της ελευθερίας που ανέφερα σε μια προηγούμενη απάντηση: Υπάρχει τόση ελευθερία που, όπως κάθε τι, είναι και καλό και κακό. Μπορεί να σου δέσει τα χέρια και να μην κάνεις τίποτε τελικά. Εξαρτώνται όλα από το πόσο ελεύθερος νιώθεις μέσα στη φυλακή σου…
Έχεις διαβάσει κάποιο βιβλίο φαντασίας ή παραμύθι που σε γοήτευσε; Και αν, τι ρόλο παίζει η φαντασία στη ζωή μας και στη ζωή ενός παιδιού; Μας ταξιδεύει; Μας ανακουφίζει; Ή απλώς μας διασκεδάζει;
Ωραία ερώτηση. Μου θύμισες κάτι παλιό και βαθύ. Τον Τάκη Τσίμπο της Λέα Σμούλντερς (LEA SCHMULDERS). Ήταν 3 παραμύθια στο συγκεκριμένο βιβλίο, τα δύο θυμάμαι αχνά μα το ένα πολύ καλά. Εκείνη την εποχή – 9 χρονών περίπου – έτυχε να διαβάζω και το Χόμπιτ. Ο συνδυασμός αυτών των δύο με έκανε να γράψω την πρώτη μου ιστορία. Δυστυχώς, δεν την κράτησα, κάποια στιγμή στη ζωή μου κάπου θα την πέταξα – δεν είχα το όνειρο να γίνω συγγραφέας. Τώρα μετανιώνω που δεν την έχω, να διάβαζα εκείνα τα παιδικά σκοντάμματα. Ελπίζω πως μερικά χρόνια αργότερα θα διαβάζω αυτά που γράφω τώρα και θα τα θεωρώ κομπιάσματα.
Κάνοντας μια έρευνα στο διαδίκτυο συνάντησα πολλά blogs ξένων συγγραφέων με συμβουλές προς τους νέους συγγραφείς. Έχεις δει κάτι αντίστοιχο στην Ελλάδα;
Από όσο γνωρίζω υπάρχουν ελάχιστα, μα δεν περιέχουν μια ολοκληρωμένη συνταγή –δεν υπάρχει άλλωστε. Όταν εγώ τελείωσα τα βιβλία μου, ξόδεψα 7 μήνες για την επιμέλειά τους, ώστε να έχουν μια σωστή εικόνα προς τους εκδοτικούς. Η πληροφορία που εντόπισα ήταν ελάχιστη και σκόρπια και το συνειδητοποίησα αυτό. Αυτό είναι που μπορεί να βοηθήσει έναν αρχάριο και έλειπε. Οργάνωσα την πληροφορία και πλέον μπορεί κανείς να βρει έναν ολοκληρωμένο οδηγό επιμέλειας στο site μου – www.aray.gr -, με έξυπνα κόλπα αυτοματοποιημένης διόρθωσης – όπου είναι εφικτό. Σε πληροφορώ πως είναι πολλοί οι άνθρωποι που βοηθήθηκαν και έχουμε γίνει και φίλοι βοηθώντας τους σε κάθε βήμα μέχρι την έκδοση του βιβλίου τους.
Γιατί ξεχώρισε η σειρά «Game of Thrones» που βασίζεται στη σειρά βιβλίων του George R. R. Martin «Το Τραγούδι της Φωτιάς και του Πάγου»;
Πραγματικά δεν γνωρίζω. Τη σειρά την παράτησα πολύ νωρίς, δεν είχε κάτι να με γοητεύσει. Ίντριγκες, βρωμιά, σφαγές, πολιτικά παιχνίδια δε με ενδιέφεραν ποτέ. Δεν βρήκα νόημα, κι ας κινείται, δυστυχώς, ο κόσμος μας με αυτόν τον τρόπο. Έλειπε από αυτήν τη σειρά το ρομαντικό στοιχείο, ήταν ξερό και χωρίς ιδανικά. Παράφρονες ήταν οι περισσότεροι. Τέτοιους ανθρώπους δεν θέλω να γνωρίζω.
Στο «Game of Thrones» ο συγγραφέας δεν διστάζει να σκοτώσει πολλούς βασικούς χαρακτήρες, παρόλο που όπως αναφέρει ο ίδιος ένιωσε συναισθηματικά φορτισμένος (με ορισμένους τουλάχιστον). Θα το έκανες ή νιώθεις πολύ δεμένος με τους ήρωές σου;
Δεν το πιστεύω πως κάνεις σε μένα μια τέτοια ερώτηση…. :-)
(Σημείωση: Η συνέντευξη, αρχικά, ήταν να γίνει με δύο άτομα, αργότερα άλλαξα γνώμη λόγω χώρου. Οπότε το πλαίσιό της είναι γενικότερο.)
Αν μιλάς όμως για τον αποχωρισμό, μπορώ να σου πω πως, ναι, είναι αρκετά βαρύ να βάζεις ένα τέλος με όποιον τρόπο. Είναι πολλές φορές που δεν θες να το κάνεις. Αλλά δεν είναι το ίδιο και τίποτε δεν συγκρίνεται με το να γράφεις την τελευταία φράση του βιβλίου και να τους αποχωρίζεσαι όλους. Δεν είναι λίγες φορές που σκέφτομαι να ξεκινήσω και ένα τέταρτο βιβλίο για «Το δέντρο του Άραϋ».
Μια και αναφέρθηκα στον George R. R. Martin, θα αναφέρω κάτι που δήλωσε σε μια συνέντευξή του και θα ήθελα να μου το σχολιάσεις: «Αυτό που έχει σημασία για μένα κοιτάζοντας το παρελθόν είναι ότι ακόμα και σε στιγμές που φοβόμουν ότι δεν θα πουλήσω ούτε ένα βιβλίο, δεν φοβόμουν να γράψω το επόμενο. Και αυτό κατά τη γνώμη μου διακρίνει τον πραγματικό συγγραφέα...»
Εάν ήταν να γράφουμε για να πουλήσουμε, δε θα νιώθαμε ελεύθεροι μέσα στη τέχνη μας. Ευτυχώς, δεν ζούμε από τη συγγραφή για να μας υπαγορεύουν τι θα γράφουμε.
Βιογραφικό: Ο Σιμιτσάκης Μανώλης γεννήθηκε τον Μάρτιο του 82, μεγάλωσε στον Άλιμο και ουδεμία σχέση έχει με την Κρήτη, αν και τη λατρεύει. Σπούδασε Πληροφορική στο Ε.Α.Π, και αυτή τη στιγμή εργάζεται ως διαχειριστής Πληροφοριακών συστημάτων. Έχει ασχοληθεί με αρκετά είδη τέχνης, αυτή όμως που τον κέρδισε ήταν η συγγραφή και η ποίηση. Ξεκινώντας με ποίηση στα εφηβικά του χρόνια, ένιωσε αργότερα την ανάγκη να γράψει κάτι μεγαλύτερο.
Αυτό το κάτι είναι η Τριλογία βιβλίων φαντασίας - μεταφυσικού «Το δέντρο του Άραϋ».
Ακόμη μια αγαπημένη του ασχολία είναι οτιδήποτε έχει να κάνει με τον κόσμο τής φαντασίας, οι περίπατοι στη φύση - παρέα με το φλάουτο του και ψάχνοντας για ξωτικά -, και οι έρευνες σε μυστήριους τόπους.
Έχει αρθρογραφήσει, με ψευδώνυμο και επώνυμα, σε σχετικά ρεπορτάζ εφημερίδων και σε διάφορες σελίδες με θέμα το φανταστικό και το μυστήριο, ενώ και η αρθρογραφία για το βιβλίο δεν τον αφήνει αδιάφορο. Ό,τι μπορεί να προσφέρει, θα το κάνει χωρίς σκέψη. Τέτοιος άνθρωπος είναι ο Μανώλης.
Κάπου ανάμεσα στον ελεύθερο του χρόνο από όλα τα παραπάνω και τις υποχρεώσεις του στην ίδια τη ζωή, κατάφερε να δημιουργήσει και έναν από τους πρώτους χώρους Δωματίων Μυστηρίου στην Ελλάδα - τον πρώτο Ελληνικό -, φιλοξενώντας το μεράκι του για περίεργες ιστορίες και εκεί. Με έδρα την Αθήνα αρχικά, οι ιστορίες του ταξίδεψαν αργότερα στα Χανιά και τα Γιαννιτσά.
Γενικότερα είναι ένας άνθρωπος υπεύθυνος και προσγειωμένος, αλλά ελπίζει πως σε λίγα χρόνια ο κόσμος θα είναι καλύτερος.
Με ή χωρίς τον ίδιο. Δεν έχει σημασία.
Περισσότερα για τον ίδιο, συνεντεύξεις, θα βρείτε στην επίσημη ιστοσελίδα της τριλογίας του: www.aray.gr
Για το Book Tour, Κωνσταντίνα Κοράκη.
Μ' ένα βλέμμα κι ένα φιλί!
Βραχεία λίστα
Κρατικών Βραβείων Κύπρου
Κατηγορία: Λογοτεχνία για μεγάλα παιδιά και εφήβους
ΜΕ ΤΡΟΧΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΗΛΙΟ
Δυο χέρια πλέκουν την αγάπη